Έχει ανηφόρα μπροστά, και είναι μεγάλη

Ας αρχίσουμε με δυο-τρία δεδομένα, για να μπουν στην συνέχεια οι σκόρπιες σκέψεις σε μία σειρά.

Τον Οκτώβριο στην Ευρωλίγκα δεν κρίθηκε τίποτα και ίσως να είναι και καλό να βγαίνουν τα προβλήματα, οι βελτιώσεις που πρέπει να κάνεις και οι αποφάσεις που πρέπει να πάρεις ως προπονητής, ως παίκτης και ως οργανισμός γενικότερα, νωρίς-νωρίς. Την σεζόν 2021/22 όπου ο Ολυμπιακός επέστρεψε στα Final Four, χρειάστηκε πέντε αγώνες για να πανηγυρίσει την πρώτη του νίκη εκτός έδρας στην κανονική περίοδο. Είχε φύγει με σκυμμένο κεφάλι από Βαρκελώνη, Μόσχα, Αγία Πετρούπολη και Κωνσταντινούπολη, μέχρι να έρθει στα τέλη Νοέμβρη μια ραψωδία στο Μιλάνο για να πάρει μπρος. Ασφαλώς και δεν το κάνουν… επίτηδες οι «ερυθρόλευκοι», αλλά από ιδανικές εκκινήσεις και μαγικές πορείες με πικρό τέλος στην Ευρωλίγκα, έχουν χορτάσει. Οπότε είναι υπερβολικά νωρίς για να κρίνουμε το ο,τιδήποτε.

Δεδομένο δεύτερο. Στις δυο… καρμπόν -απ’ όλες τις απόψεις- ήττες από Εφές και Μπάγερν, στις τελευταίες επιθέσεις έγινε το… αυτονόητο. Πήραν την ευθύνη οι δύο σταρ της ομάδας, Εβάν Φουρνιέ και Σάσα Βεζένκοβ. Η αξία τους δεν θα κριθεί επειδή λάθεψε (δις) ο πρώτος και αστόχησε (επίσης δις) ο δεύτερος. Στην μάχη που δίνει ο Ολυμπιακός να συνδυάσει το ομαδικό μπάσκετ του Γιώργου Μπαρτζώκα με την απαραίτητη δόση ατομικής ενέργειας και ταλέντου, είναι ευχάριστο που οι δυο τους δεν… κρύφτηκαν στο τέλος. Είναι ακόμα πιο ευχάριστο, πως σε σχέση με πέρυσι έχει παραπάνω από έναν που θα έχει την προσωπικότητα για να παίρνει την μπάλα, όταν αυτή θα «καίει». Η λογική λέει πως όταν το σύνολο γαλουχηθεί στα νέα δεδομένα, θα υπάρξουν βραδιές που αυτοί οι δύο, αλλά και αρκετοί άλλοι από τους υπερταλαντούχους συμπαίκτες τους, δεν θα αστοχήσουν. Και το καλύτερο «φάρμακο» του ομαδικού αθλητισμού, που είναι οι νίκες, θα λαμβάνεται σε μεγαλύτερες ποσότητες.

Για την ώρα, ο Ολυμπιακός είναι φανερό πως ψάχνει αυτό τον συνδυασμό, δυσκολεύεται αρκετά και του… διαφεύγουν μπόλικες λεπτομέρειες του παιχνιδιού, που τον έχουν αποτρέψει στο να βρει δυο-τρία σημεία αναφοράς ή αν θέλετε μια ταυτότητα, για να πορευτεί, έχοντας απομακρυνθεί λίγα μέτρα από την αφετηρία. Στο Μόναχο, όπως και στην Κωνσταντινούπολη, δεν μπόρεσε να επενδύσει πάνω στην διαφορά των έντεκα πόντων που πήρε στο ημίχρονο, έβαλε την Μπάγερν στο παιχνίδι κάνοντας στην άμυνα όλα όσα δεν έπρεπε να κάνει και παρότι είχε αρκετές ευκαιρίες να διορθώσει το λάθος του, τις σπατάλησε όλες. Είτε χάνοντας κρίσιμα αμυντικά ριμπάουντ, είτε από βιασύνη στην τελική προσπάθεια και πολύ περισσότερο βλέποντας και πάλι έναν παίκτη να μετατρέπει σε προσωπικό σόου την αναμέτρηση. Την θέση του Λάρκιν, αυτή τη φορά πήρε ο Έντουαρντς, ο οποίος φρόντισε να κεφαλαιοποιήσει με νίκη για τους Βαυαρούς, την πολύ καλή δουλειά που είχαν κάνει νωρίτερα οι Γουάιλερ-Μπαμπ και Μπούκερ. Ήρθαν και οι βοήθειες με σουτ-μαχαιριά από τον Νέιπιερ, και η τρίτη ήττα σε ισάριθμα εκτός έδρας ματς είναι γεγονός.

Απέναντι στην καλύτερη επίθεση και παράλληλα χειρότερη άμυνα μέχρι ώρας στην διοργάνωση, ο Ολυμπιακός επέτρεψε 84 πόντους και οι δικοί του 80 δεν έφτασαν. Το εκνευριστικό, είναι πως η παραγωγή της Μπάγερν ήρθε από αδράνεια σε ένα κεντρικό πικ εν ρολ που θα μπορούσε εύκολα να αντιμετωπιστεί, αλλά και αρκετές ατομικές ενέργειες και σουτ πάνω σε άμυνα, που θα μπορούσαν να είχαν περιοριστεί. Με περισσότερη διάθεση και σκληράδα, που παραδόξως αγνοείται. Η πολεμική μηχανή της περυσινής σεζόν που κάλυπτε την έλλειψη πλούσιου επιθετικού ταλέντου με άμυνες για σεμινάριο αγνοείται, αλλά δεν μιλάμε για ομάδα που έκανε ριζική ανανέωση στο ρόστερ. Το γεγονός πως στο κρίσιμο τέταρτο δεκάλεπτο το πρώτο ομαδικό φάουλ γίνεται στο έκτο λεπτό του, λέει πολλά. Η Μπάγερν τιμωρούσε κάθε αμυντική ανισορροπία που δημιουργούνταν ΚΑΙ γιατί οι παίκτες του Μπαρτζώκα δεν χρησιμοποίησαν σωστά τα φάουλ που είχαν να δώσουν.

Την ίδια ώρα, οι γηπεδούχοι αύξαναν την ένταση που έπαιζαν άμυνα, ενώ η κακή άμυνα έφερνε και βιαστικές επιλογές στην επίθεση. Σε ένα παιχνίδι που είχαν σύμμαχό τους τα τρίποντα (12/28), οι «ερυθρόλευκοι», έχασαν το μυαλό τους στο δεύτερο μέρος (σ.σ. χάθηκαν τουλάχιστον τρία σίγουρα λέι απ), κάνοντας οκτώ λάθη, έναντι μόλις τριών στο πρώτο μέρος. Έχασαν παιχνίδι όπου μοίρασαν 20 ασίστ, καθώς επέτρεψαν στην πιο εύστοχη ομάδα της Ευρωλίγκας στα δίποντα να φτάσει το 65% σε αυτά. Και όταν ήρθε η ώρα να κριθούν όλα, να σου και η μάστιγα των χαμένων αμυντικών ριμπάουντ. Η Μπάγερν πήρε 12 πόντους από αυτές τις έξτρα κατοχές, έναντι μόλις τεσσάρων του Ολυμπιακού. Που εκτός όλων των άλλων και με εξαίρεση τις πρώτες φάσεις του αγώνα, δεν εκμεταλλεύτηκε τον Φαλ, ταΐζοντάς τον ακόμα περισσότερο, δεν διάβασε σωστά αρκετά μις ματς που δημιουργούνταν στην βαβαρική άμυνα, και δεν είχε με σταθερότητα την καλή και γρήγορη κυκλοφορία μπάλας που τον διακρίνει στα καλά του διαστήματα.

Οι 52 πόντοι που δέχθηκε στο δεύτερο ημίχρονο η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα για δεύτερο συνεχόμενο παιχνίδι και αυτή τη φορά όχι απέναντι σε μια μεγάλη δύναμη της διοργάνωσης, είναι στοιχείο προβληματισμού. Όπως και η ανισορροπία που παρατηρείται στην απόδοση των πεντάδων που χρησιμοποιεί ο προπονητής. Στην Πόλη το πρώτο rotation εκτόξευσε την διαφορά και το δεύτερο την απώλεσε, στο Μόναχο συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Ίσως είναι μια ένδειξη πως θα πρέπει το έργο να διαφοροποιηθεί και το rotation να διαμορφώνεται περισσότερο με το ποιοι είναι καλύτερα μέσα από την εξέλιξη του αγώνα. Αυτή η ευλάβεια στο πλάνο, έχει οδηγήσει σε τρία συνεχόμενα Final Four και επτά εγχώριους τίτλους και δεν αποκλείεται στο τέλος να έχει θεαματικά αποτελέσματα και φέτος. Όμως τα μέχρι τώρα πεπραγμένα, δείχνουν πως σε μια ομάδα με τόσους ικανούς παίκτες, που απλά είναι αδύνατο να είναι σταθερά καλοί και με ρυθμό σε κάθε παιχνίδι, ίσως να μην βοηθάει.

Διότι ο χθεσινός Βιλντόσα ίσως να άξιζε νωρίτερα ένα πέρασμα, όταν στο τρίτο δεκάλεπτο ο Ολυμπιακός είχε πιεί… θάλασσα. Παράλληλα, το ότι έμεινε εκτός ο Βεζένκοβ στα πρώτα έξι λεπτά του κρίσιμου δεκαλέπτου, του στοίχισε, ενώ επιτακτικό ήταν να μπει νωρίτερα και ο Φαλ, αν και είχε πολλά προβλήματα στην άμυνα. Ακόμα-ακόμα και ο πολύ καλός Παπανικολάου, ίσως είχε θέση στην πεντάδα στο τελευταίο δίλεπτο, υπό την προϋπόθεση πως θα είχε κάτσει νωρίτερα στον πάγκο στο τρίτο δεκάλεπτο, όπου οι «ερυθρόλευκοι» έκαναν ουσιαστικά μόλις μία αλλαγή (σ.σ. Ράιτ αντί Φαλ). Όπως και ο Λαρεντζάκης, ο οποίος με τόσο ταλέντο στο «2-3» λογικό να έχει παραγκωνιστεί, όμως πολλάκις στο παρελθόν έχει φανεί χρήσιμος σε τέτοιου είδους παιχνίδια. Ασφαλώς και οι προπονητές ξέρουν πολύ καλύτερα, ασφαλώς και ίσως τίποτα απ’ όλα αυτά να μην γράφονταν, αν οι «ερυθρόλευκοι» μετρούσαν τώρα ρεκόρ 4-1, έχοντας αποφύγει ένα-δυο λάθη στην Πόλη ή είχαν βάλει ένα σουτ στο Μόναχο.

Όμως δεδομένα, είναι στοιχεία που προβληματίζουν και θα πρέπει να διορθωθούν. Και για να γίνει αυτό, θα πρέπει να υπάρχει και περισσότερη ηρεμία στο εσωτερικό της ομάδας και η γλώσσα του σώματος και κάποιες αντιδράσεις να μην βγάζουν τόση πίεση και εκνευρισμό. Οι πρώτοι που θα πρέπει να καταλάβουν πως ακόμα είναι πολύ νωρίς και πως οφείλουν να δουλέψουν, να βρουν ρόλους και συνταγές χωρίς εγωισμούς που θα τους οδηγήσουν στην επιτυχία, είναι οι ίδιοι. Όταν ο Ολυμπιακός αποφάσισε να αλλάξει ρότα και να γεμίσει το ρόστερ του με ακόμα περισσότερο ταλέντο και πρωταγωνιστές, ήταν δεδομένο πως θα είχε ένα βουνό να ανέβει για να το διαχειριστεί. Αυτή η ανηφόρα, είναι δυσκολότερη, ακόμα και από το εξαντλητικό και κρίσιμο προσεχές διάστημα των εντός έδρας αγώνων με Παναθηναϊκό, Ρεάλ, Μπαρτσελόνα και των εκτός που ακολουθούν με ΑΕΚ και πάλι με τον Παναθηναϊκό. Για να τα καταφέρει, χρειάζεται υπομονή, στήριξη και ενότητα από όλους. Αλλά και φάρμακο. Που είναι οι νίκες…

Υ.Γ. Κρίμα για τους 2500 Έλληνες που δημιούργησαν τρομερή ατμόσφαιρα στο καταπληκτικό νεόκτιστο γήπεδο της Μπάγερν. Άξιζαν να φύγουν χαμογελαστοί, όμως η εικόνα του Ολυμπιακού ήταν μουντή, σαν το φθινοπωρινό Μόναχο…

Υ.Γ.2: Κομβικό σημείο το αντιαθλητικό του ΜακΚισικ. Ήταν που ήταν ελλιπής η συγκέντρωση συνολικά (σ.σ. λάθος αλλαγές στα σκριν, ασυνεννοησία και διστακτικότητα), δόθηκαν και τέσσερις πόντοι σε μια φάση από έναν πολύ έμπειρο παίκτη και η δουλειά... χάλασε εντελώς.

Υ.Γ.3: Οι παίκτες δείχνουν να έχουν πιστέψει πως λόγω του πλούσιου επιθετικού τους ταλέντου θα κερδίζουν χωρίς να παίξουν άμυνα. Αυτό είναι το μεγαλύτερο λάθος και η χειρότερη δυνατή προσέγγιση της σεζόν.

Πηγή: sport-fm.gr

Ροη ειδησεων
Κλεισιμο